Μεταφρασμένο από τα ουγγρικά από το βιβλίο με τίτλο «Ιστορία της αγγλικής λογοτεχνίας» των Szenczi Miklos – Szobotka Tibor – Katona Anna – Βουδαπέστη 1972 (η μετάφραση των ποιημάτων βασίζεται στο αγγλικό κείμενο)
Μετάφραση – επιμέλεια: Γιώργος Βαβίτσας, μέλος της μεταφραστικής ομάδας του Συλλόγου
Η κατηγορία του αθεϊσμού, την οποία κέρδισε χάρη σε ένα πρώιμο έργο του με τίτλο «Η αναγκαιότητα του αθεϊσμού», ακολούθησε σε όλη του τη ζωή τον ποιητή. Πρόκειται για μια διατριβή όπου προσπαθεί να θεμελιώσει την άποψή του λέγοντας πως η ύπαρξη του θεού δεν αποδεικνύεται ούτε με την εμπειρία των αισθήσεων, ούτε με λογικά επιχειρήματα. Ύστερα από την ταυτοποίηση του συγγραφέα του ανώνυμου γραπτού οι πρυτανικές αρχές της Οξφόρδης απέβαλλαν αμέσως τον Σέλλεϋ από το πανεπιστήμιο. Μ’ αυτό άρχισε μια ζωή περιπλάνησης για τον ποιητή στο κέντρο της οποίας βρισκόταν η πάλη ενάντια σε κάθε είδος τυραννίας και τυράννων. Στην αντίληψη του επαναστατικού ρομαντισμού του τύραννος ήταν ο πατέρας που καταστρέφει την ευτυχία του παιδιού του, τύραννος ο βασιλιάς, που στερεί την ελευθερία των υπηκόων του, τύραννος η εκκλησία που πνίγει την ελευθερία του πνεύματος. Τις ιδέες του τις ανέπτυξε σε ένα πλήθος εκτενών, ευκαιριακών νεανικών γραπτών που είχαν σαν επιδίωξη την επαναστατικοποίηση του κόσμου και κυρίως της εργατικής τάξης. Ήταν από τους πρώτους που αναγνώρισε τον ιστορικό ρόλο της εργατικής τάξης. Συνιστά τη μεγάλη τραγωδία της ζωής του πως τα έργα του δεν έφτασαν σ’ αυτούς στους οποίους τα προόριζε.
Οι ιδέες του συνοψίζονται στο έργο με τίτλο Η βασίλισσα Μαμπ (Queen Mab). Το ποίημα αυτό του Σέλλεϋ που δημοσιεύτηκε το 1813 σκόπευε να το μεταφράσει κι ο νεαρός Ένγκελς. Εδώ αναπτύσσει για πρώτη φορά ο ποιητής την ιδέα του που συνίσταται στο ότι ο κόσμος κυριαρχείται από την αναγκαιότητα κι αυτή κάνει αναπόφευκτο ο χειμώνας ν’ ακολουθείται από την άνοιξη κι η καταπίεση να οδηγήσει στην ελευθερία. Τον ερχομό της ελευθερίας μπορεί μόνο να καθυστερήσει η βία αλλά όχι να το ματαιώσει. Όσο πιο πολύ αποκρυσταλλώνεται αυτή η ιδέα για τους καταπιεστές και τους καταπιεσμένους τόσο πιο συχνές και ζωηρές γίνονται οι εξεγέρσεις των καταπιεσμένων και τόσο πιο κτηνώδη τα μέσα στα οποία καταφεύγουν οι καταπιεστές για τη διαιώνιση της κυριαρχίας τους. Η άλλη σημαντική πτυχή των ιδεών του Σέλλεϋ δεν είναι εντελώς πρωτότυπη: κατά βάση είμαστε όλοι καλοί, το κακό βρίσκεται στους δοσμένους θεσμούς οι οποίοι είναι έργο των παπάδων, των βασιλιάδων και των εμπόρων που έκαναν στήριγμα της ιδεολογίας της εκμετάλλευσης τον υπέρτατο τύραννο, τον θεό που είναι δημιούργημά τους. Γι’ αυτό ο δρόμος για την ευδαιμονία του ανθρώπου περνάει μέσω της εξολόθρευσης των παπάδων και των βασιλιάδων προς ένα μέλλον που όχι μόνο θα μειώσει τον εργάσιμο χρόνο αλλά θα δώσει και νόημα στην εργασία, θα χειραφετήσει και θα κάνει ισότιμη τη γυναίκα, θα απορρίψει ως γελοία σαχλαμάρα την αποκάλυψη της βίβλου και με τη χρησιμοποίηση των ανακαλύψεων της επιστήμης θα διασφαλίζει την πνευματική και υλική πρόοδο της ανθρωπότητας. Σημαντική κατάκτηση του έργου του νεαρού ποιητή αποτελεί το γεγονός πως παρά τη ρομαντική θέρμη και το πάθος του δεν απεικονίζει τον άνθρωπο μεταφυσικά ή τελεολογικά, αλλά στους πραγματικούς δεσμούς του με την κοινωνία. Μια μόνη, γιγάντια, ύστατη εξέγερση στο όνομα της παγκόσμιας ελευθερίας θα εξαλείψει το κακό, το πνεύμα θα ελευθερωθεί, ο θάνατος θα απαλυνθεί.
Η ιδεολογία της Βασίλισσα Μαμπ επανέρχεται μερικά χρόνια αργότερα στο ποίημα Η εξέγερση του Ισλάμ (The Revolt of Islam,1817), απλά με μεγαλύτερο συνωστισμό, πιο περίπλοκα, παραγεμισμένο με πλήθος συμβολισμών, αλληγορικών συσχετίσεων. Το έργο απεικονίζει την επανάσταση που έχει πια ξεσπάσει, που νικά προσωρινά, αλλά στη συνέχεια η συνασπισμένη δύναμη των τυράννων την καταπνίγει, όμως η πνευματική κληρονομιά των ηγετών της διασώζεται ώστε «να γίνει κανόνας και νόμος των επερχόμενων γενεών».
Όταν ο Σέλλεϋ το Μάρτη του 1818, κάτω από την πίεση των αβάσταχτων οικογενειακών και οικονομικών συνθηκών, έφυγε για την Ιταλία που την ονόμαζε «παράδεισο των εξόριστων», δεν έχασε τίποτα από το πνεύμα εξέγερσης που δε μετριαζόταν ούτε από την ωρίμανση της σκέψης του, τη διεύρυνση του πνευματικού του ορίζοντα και την επινόηση της έννοιας της Πνευματικής Ομορφιάς ως συμπλήρωμα της Αναγκαιότητας (Ύμνος στην πνευματική ομορφιά 1816).
Η πρώτη έκφανση αυτής της εξέλιξης είναι ο Προμηθέας που έγραψε στη Ρώμη. Ο εξεγερμένος ήρωας του Αισχύλου συμφιλιώνεται, του Σέλλεϋ όχι. Υπομένει τα βάσανα χωρίς να ενδώσει μαρτυρώντας το μυστικό από το οποίο εξαρτάται η λύτρωσή του αλλά ταυτόχρονα και ο θάνατος του τύραννου. Η μυστηριώδης δύναμη που σφραγίζει και πραγματώνει την πτώση, ο Δεμογοργός που ενσαρκώνει την πληρότητα του χρόνου ως την ύστατη αναγκαιότητα, με μια του λέξη αφανίζει τον τύραννο Δία. Στον αλλαγμένο κόσμο αδειάζουν οι θρόνοι, από τα πρόσωπα των ανθρώπων εξαφανίζεται η απόγνωση, ο τρόμος, είναι πλέον απαλλαγμένοι από τα στενά δεσμά του έθνους και της κοινωνικής τους τάξης. Αναλάμπει για μια στιγμή ο τελικός σκοπός της κομμουνιστικής κοινωνίας:
Η πλάνη του βαμμένου πέπλου, των νωχελικών χρωμάτων
Στα οποία πίστευε και έλπιζε ο άνθρωπος διαλύθηκε.
Εξαφανίστηκαν οι αποκρουστικές μάσκες: ο άνθρωπος τώρα
Είναι ελεύθερος, ανεξάρτητος και ειλικρινής, βασιλεύει η ισότητα
Δεν τον δεσμεύουν ούτε τάξη, ούτε έθνος, η πίστη, ο φόβος,
Ο βασιλιάς του. Είναι σοφός, αληθινός. Δεν έχει πόθους; Έχει, αλλά
Δεν τον βασανίζει το δημιούργημά του: το κακό κι ο πόνος.
Δεν είναι ακόμα απαλλαγμένος, όμως χρησιμοποιεί σαν σκλάβους του
Τη μοίρα, το θάνατο και την εξέλιξη, τα εμπόδια όσων
Θα υπερέβαιναν το υψηλότερο αστέρι των ουρανών που φλέγεται
Στο πυκνό κενό.
Ο απελευθερωμένος κόσμος δεν μπορεί να συγκρατήσει την ευτυχία του. Η ευτυχία αυτή γίνεται αισθητή στο τέταρτο μέρος του δραματικού ποιήματος που δεν έχει άλλωστε άλλη λειτουργία. Η πράξη αυτή ηχεί σαν μια τεράστια ορχήστρα, με έναν απίστευτο πλούτο ποιητικών μορφών, με μια ανεξάντλητη αφθονία των σχημάτων του μέτρου, σε μια καταπληκτική αρμονία λυρισμού, μουσικής και εικόνων. Όλα κηρύττουν το θρίαμβο της ζωής πάνω στο θάνατο, της προόδου πάνω στις δυνάμεις που την αναχαιτίζουν. Ένα από τα πιο αξιοσημείωτα χαρακτηριστικά του είναι ότι οι ανακαλύψεις των φυσικών επιστημών της εποχής αποτελούν ουσιώδη συστατικά της ποίησης του Σελλεϋ, έτσι η θεωρία του ηλεκτρισμού, οι γεωλογικοί σχηματισμοί, η αρχή της περιστροφής των ατόμων.
Υπηρέτης της ο κεραυνός, του ουρανού τα βάθη
Αποκαλύπτουν τα αστέρια τους. Σαν κοπάδι
Από πρόβατα περνάν μπροστά του, ένα ένα!
Διασχίζει τους αιθέρες καβάλα στους ανέμους
Η άβυσσος του στέλνει ήχους δαιμονισμένους
Ουρανέ έχεις μυστικά; Δεν έχω για τον άνθρωπο πια κανένα.
Η ιδέα ότι η εποχή της αλήθειας, της αγάπης, της ειρήνης θα έρθει όπως ο βλαστός με το κάλεσμα της άνοιξης, υπάρχει και στον Προμηθέα, όμως αποτελεί την κεντρική ιδέα του ποιήματος Ωδή στο Δυτικό Άνεμο. Το ποίημα διαχέει από την αρχή έως το τέλος όχι μόνο την ακαταμάχητη δύναμη των δυνάμεων της φύσης, αλλά μαζί και τη βεβαιότητα ότι η αλλαγή που θα φέρει κάτι καλύτερο είναι αναπόφευκτη.
1
Δυτικέ Άνεμε, του Φθινοπώρου στεναγμός σκληρός!
Αόρατε Εσύ! Ήρθες σαν τον σκυθρωπό
Μάγο που κυνηγάει πνεύματα, εμπρός
Τρέχει πορφυρένιο, μαύρο, κίτρινο, χλωμό
Το σμήνος των μιασμένων φύλων σαν τους νεκρούς,
Εσύ, που το κάρο σου σέρνει στο ψυχρό
Σκοτεινό κρεβάτι του χειμώνα σπόρους φτερωτούς,
Να κείτονται σε νεκρική σιγή
Ώσπου η γαλανή σου αδερφή, η Άνοιξη στους αυλούς
Της φυσήξει και ξυπνήσει η παγωμένη γη
(Και βόσκει στον ήλιο ανθών γλυκό ποίμνη)
Λούζοντας λόφους και λιβάδια με την εύοσμη πνοή.
Άγριο Πνεύμα, αδάμαστη, αέναη ροή!
Καταστροφέας και Σωτήρας, άκου την Ωδή!
2
Εσύ, που στο ρεύμα σου στην ταραχή του ουρανού
Τα σύννεφα σαν ξερόφυλλα πέφτουν την αυγή,
Ζοφερά δάκρυα του θλιμμένου Ωκεανού
Άγγελοι ξερνούν βροχή και αστραπή
Και διαχέονται απ’ τον γαλάζιο σου πομπό
Σαν τη χαίτη στου Μαινάδα την κεφαλή
Απ’ του ορίζοντα το άκρο, το θολό
Ως τα ύψη στην ουράνια πίστα
Της καταιγίδας οι βόστρυχοι! Ο, φτωχό
Μοιρολόι, του έτους που αντηχείς στη νύχτα
Που σαν τάφος σου’ χει ριχτεί
Με τον απέραντο θόλο του και δίπλα
Πολιορκούν τα τοίχοι του οι ατμοί σου μέχρι να γκρεμιστεί
Απ’ τη μαύρη βροχή, τη φωτιά, τον πάγο! – Άκου την Ωδή!
3
Εσύ που ξεσηκώνεις απ’ τον θερινό ύπνο την κυανή
Μεσόγειο που κείτεται στον κόρφο
Νανουρισμένη απ’ τους κρυστάλλινους αφρούς στην ακτή
Του νησιού με τις ελαφρόπετρες στης Μπάιας τον κόλπο
Ονειρευόμενη παλάτια και επαύλεις
Στη λάμψη του νερού και των κυμάτων το ρόγχο
Τα πάντα καλυμμένα από χλόη κι άνθη
Πόσο εξαίσια εικόνα, Εσύ εμπρός,
Που στο πέρασμα σου ο Ατλαντικός τρομάζει
Ανοίγοντας τα βάθη του στο φως
Με τη βορβορώδη βλάστηση που στο βυθό ανθεί:
Η κρυμμένη φυλλωσιά του ωκεανού, άκου πώς
Τρέμει την φωνή σου, γεμάτη απειλή,
Τρέμει και μαραίνεται – Ο άκου την Ωδή!
4
Αν ήμουν ξερόφυλλο και μ’ έπαιρνες μακριά
Ή να πετάω μαζί σου σαν σύννεφο
Ή κύμα ταραγμένο κι ας σπαρταρά
Απ’ τη δύναμή σου, όμως ελεύθερο
Σχεδόν σαν εσένα, του Αδάμαστου,
Της εφηβείας μου το εύθυμο
Να επέστρεφε το πνεύμα, ο ταξιδιώτη του ουρανού!
Αχ κοντά σου να φανταστώ,
Πώς θα πετούσα πέρα από το νου
Ποτέ δε θα μιλούσα, τώρα όμως σ’ εκλιπαρώ
Πάρε με σαν κύμα, σύννεφο ή ξερόφυλλό σου
Γιατί έπεσα στ’ αγκάθια της ζωής κι αιμορραγώ
Αλυσίδες βαραίνουν και ματώνουν το κορμί μου
Τον ελεύθερο, αγέρωχο αδερφό σύντροφό σου!
5
Ας γίνω η άρπα σου, η φωνή σου στο δάσος
Ξερόφυλλο είμαι στη σκιά
Της άγριας αρμονίας σου το κάλλος
Που θα συνοδεύει με μια βαθιά
Μελωδία γλυκιά αλλά πονεμένη
Πνεύμα ατίθασο, γίνε η ψυχή μου για πάντα πια!
Σύρε το νεκρό μου πνεύμα στην οικουμένη
Σαν ξερόχορτα για νέα πλάση, φωτιά!
Άσε τη μαγεία της ωδής μου να διαχέει
Σαν από μια ασίγαστη καρδιά
Στάχτες και σπίθες κάθε στιγμή!
Γίνει από τα χείλη μου η μαγιά
Της αναγέννησης για τη ναρκωμένη γη,
Θ’ αργήσει η άνοιξη Άνεμε; Ο χειμώνας έχει μπει!
Η ωδή ναρκώνει με την ανεπανάληπτη δύναμη και πλούτο των εικόνων, τρομάζει με την τολμηρότητα των αντιθέσεων, γοητεύει με την ομορφιά της. Το ποιητικό ταλέντο που αναδύεται εδώ με ανόθευτη δύναμη κάνει το ποίημα ένα από τα ωραιότερα της παγκόσμιας λογοτεχνίας.
Η δομή της είναι ιδανική: το καθένα από τα 5 δεκατετράστιχα κομμάτια του αρχίζει με μια διαφορετική επίκληση, από αυτές τρεις παραλλάζοντας, εμπλουτίζοντας τη συναισθηματική φόρτιση του ποιήματος επιστρέφουν στις τελευταίες λέξης του πρώτου κομματιού (Άκου την Ωδή) ενώ το τέταρτο μαγεύει τον ποιητή μόνο και μόνο για να μιλήσει από τα χείλη του ίδιου στο πέμπτο κομμάτι (Ας γίνω η άρπα σου, η φωνή σου στο δάσος).
Το ίδιο αίσθημα της ανόθευτης φυσική δύναμης γεννιέται και κατά την ανάγνωση ενός άλλου λυρικού αριστουργήματος του Σέλλεϋ, Το σύννεφο. Αυτό το ποίημα από πολλές απόψεις είναι η μικρογραφία του Προμηθέα: επανέρχεται η κοσμική πληρότητα, ο μόνιμος ισοπεδωτικός και γενεσιουργικός κρότος του, η εντύπωση μιας καθολικής ματιάς η οποία στη θέση του θεού της βίβλου θέτει τον ποιητή ως ενεργό και ενορατικό δημιουργό, ο οποίος όμως μοιράζεται με τον αναγνώστη την πράξη της δημιουργίας. Το σύννεφο συγγενεύει με τον Προμηθέα κι από την άποψη της σύνδεσης της επιστημονικής και ποιητικής εικόνας του κόσμου από την οποία προκύπτει μια διαφορετική ερμηνεία της αθανασίας που κηρύττει την ανυπέρβλητη δύναμη της ζωής:
Είμαι κόρη της γης και του νερού
Νταντά μου ο ουρανός
Περνάω απ’ τους πόρους του ωκεανού
Αλλάζω αλλά δεν μ’ αγγίζει ο θάνατος.
Γιατί μετά τη βροχή
Στον ουράνιο θόλο βγαίνει ξαστεριά
Κι οι άνεμοι κι οι ακτίνες του ηλίου
Ντύνουν τους αιθέρες στα γαλανά
Γελάω σιωπηλά στο κενοτάφιο μου
Στις σπηλιές όπου κοιμάται η βροχή
Κι όπως το βρέφος απ’ τη μήτρα κι η ψυχή απ’ τον τάφο
Το γκρεμίζω κι αναδύομαι ξαναρχίζοντας απ’ την αρχή.
Στο ποίημα με τίτλο Ένας κορυδαλλός (To a Skylark) η ουράνια πορεία του σύννεφου και η ροή του ανέμου αντικαθίσταται από το δυναμισμό του πετάγματος ενός πουλιού. Ύστερα από τέσσερις σύντομους εισαγωγικούς στίχους ένας μακρύτερος κλείνει κάθε στροφή. Στις πρώτες γραμμές του ποιήματος ο ποιητής που εγκαταλείπει την ταυτότητά του θέτει σε αμφιβολία της ταυτότητα του πολιού:
Καλωσόρισες, πνεύμα φαιδρό!
Δεν είσαι εσύ πουλί,
Που ψηλά στον ουρανό
Βγάζει την ψυχή
Του, άδολα με ασυγκράτητη ορμή.
Η τελευταία στροφή συμπληρώνει αυτή τη χαρμόσυνη αμφιβολία της ταυτότητας της δημιουργίας με μια νέα πτυχή της ιδανικότητας, που παρατηρείται και σ’ άλλους ποιητές, η οποία όμως αποκτάει μια εντελώς νέα ερμηνεία στον Σέλλεϋ. Η πλευρά του ποιητή που ενώνεται με την ανόθευτη ομορφιά της ζωής αιωρείται, τραγουδάει εκεί ψηλά. Από αυτόν το διχασμό της συνείδησης ξεδιπλώνεται η αντίθεση η αντίθεση ανάμεση στα δεινά της ανθρώπινης ύπαρξης και το ασυγκράτητο πέταγμα μιας ψυχής απαλλαγμένης από τις έγνοιες της ζωής κι αυτή διαχέεται σε όλο το ποίημα για να λυθεί μέσα στη χαρά και το θρίαμβο.
Όπως και στη ζωή του Σέλλεϋ, έτσι και στο μοναδικό θεατρικό έργο που έγραψε παράλληλα με τον Προμηθέα στη Ρώμη, στο Cenci, η τυραννία δεν εμφανίζεται αφηρημένα. Εδώ η τυραννία αντιπροσωπεύεται από την πατρική εξουσία, απέναντί της – όπως και στην Εξέγερση του Ισλάμ η Cythna – μια γυναίκα, η Βεατρίκη είναι φορέας των ύψιστων χαρακτηριστικών του ανθρώπου που παλεύει για την ελευθερία του. Η Βεατρίκη σαν γυναίκα πάσχει διπλά από την καταπίεση, μάχεται με διπλό σθένος και τόλμη εναντίον της, όπως και η μεγάλη συγγενής της στην παγκόσμια λογοτεχνία, η Αντιγόνη. Όμως απέναντι στη Βεατρίκη δεν βρίσκεται ο ανένδοτος Κρέοντας, αλλά η γιγαντιαίων διαστάσεων, μεταφυσική κακία του πατέρα της, του γέρου δούκα Cenci, το πρότυπο του οποίου θα πρέπει να το ψάξουμε κάπου ανάμεσα στους μακιαβελιστές της Ελισαβετιανής εποχής. Αφού ατίμωσε την κόρη του, αυτή μάταια ζητάει βοήθεια από τον πάπα. Η μια από τις εξουσίες που βασίζονται στο κύρος, η εκκλησία ούτε στο όνομα της υπεράσπισης της αρετής δεν προτίθεται να στραφεί εναντίον της άλλης, της πατρικής εξουσίας. Έτσι η Βεατρίκη παίρνει στα χέρια της την υπόθεση της απόδοσης δικαιοσύνης στο πεδίο της ηθικής, σκοτώνει τον πατέρα της και υπομένει με ψηλά το κεφάλι την αναπόφευκτη κρίση της κοινωνίας: το θάνατο.
Η ελισαβετιανή δομή του έργου, το πάθος του ήταν πια απαρχαιωμένα τη στιγμή της συγγραφής τους. Ήταν προβληματικό το θέμα του και η μορφή του πατέρα. Παρόλα αυτά πίσω από τη σύγκρουση κρύβεται αληθινή τραγωδία και εμπλουτίζει την γνωστή πια κοσμοαντίληψη του Σέλλεϋ με τη συνειδητοποίηση πως το κακό δεν βρίσκεται μόνο στους ανθρώπινους θεσμούς, αλλά και στον ίδιο τον άνθρωπο.
Το έτος 1819 φέρνει ανησυχητικά νέα για τον Σέλλεϋ από την Αγγλία. Οι κινητοποιήσεις του βιομηχανικού προλεταριάτου καταπνίγονται βάναυσα από την αγγλική συντήρηση (η σφαγή στο Μάντσεστερ στις 16-8-1819). Για την εμψύχωση και τη στήριξη των εργατών ο Σέλλεϋ γράφει σειρά ποιημάτων (Τραγούδι προς τα παιδιά της Αγγλίας, Η Αγγλία το 1819, Νέος ύμνος, Η μάσκα της αναρχίας) τα οποίο όμως όχι μόνο δεν φτάνουν στους αποδέκτες, αλλά λόγω της πολιτικής λογοκρισίας δεν δημοσιεύτηκαν όσο ζούσε ο Σέλλεϋ. Πίστευε και γνώριζε – έγραψε αργότερα η γυναίκα του – ότι η σύγκρουση μεταξύ των δύο τάξεων της κοινωνίας είναι αναπόφευκτη και στάθηκε χωρίς δεύτερη σκέψη στο πλευρό του λαού.
Άντρες της Αγγλίας γιατί μοχθείτε,
Για τους λόρδους που μισείτε;
Γιατί υφαίνετε με τόσο κόπο;
Θρέφετε των τυράννων το φθόνο.
……………………………………………………….
Μάταιος ο κόπος και τα βάσανά σου
Τον τάφο σκάβεις για σένα και τα παιδιά σου
Το σάβανό σου υφαίνεις κοίτα
Ο τάφος σου είναι η Αγγλία.
Στα προπαγανδιστικά ποιήματά του κηρύττει την ιδέα της αναίμακτης επανάστασης: πετάξτε τις αλυσίδες σας, εκείνοι είναι λίγοι, εσείς είσαστε πολλοί. Αν μείνετε σταθεροί, το δίκιο σας θα ντροπιάσει τους αντιπάλους σας, οι στρατιώτες θα έρθουν με το μέρος σας και τελικά η ελευθερία θα κερδηθεί χωρίς βία.
Η συγγραφή αυτών των ποιημάτων που προορίζονταν σαν όπλα στην πολιτική πάλη δείχνει ότι ο Σέλλεϋ είχε εντελώς διαφορετική άποψη για τα καθήκοντα της ποίησης και του ποιητή από τον Βύρωνα. Την αντίληψή του την εκθέτει σε ένα έργο γραμμένα σε πρόζα του οποίου ακόμα και ο τίτλος είναι ενδεικτικός: Η υπεράσπιση της ποίησης, 1821. Προσπαθεί να απαντήσει το ερώτημα, αν έχει θέσει η ποίηση στη σύγχρονη εποχή; Η απάντηση είναι αμιγώς καταφατική. Όχι μόνο επειδή η ποίηση κατέχει το τελειότερο εκφραστικό μέσο της τέχνης, τη γλώσσα και συνοψίζει κάθε επιστήμη, και κάθε επιστήμη πρέπει να σχετίζεται μαζί της (αυτό το πίστευαν κι οι γερμανοί ρομαντικοί),αλλά κι επειδή συνοδεύει κάθε μεγάλη αναγέννηση του ανθρώπινου πνεύματος. «Η ποίηση είναι η ιστορία των μεγαλύτερων και πιο τυχερών στιγμών των μεγαλύτερων και πιο τυχερών πνευμάτων… Κάνει τα πάντα υπέροχα…, εξυψώνει την ομορφιά του ομορφότερου, προσδίδει ομορφιά στο πιο αισχρό, συνδέει τη λατρεία με τον φόβο, τη λύπη με τη χαρά, τη σταθερότητα με τη μεταβολή… Είτε ξεδιπλώνει το στολισμένο πέπλο της, είτε σηκώνει στο σκοτεινό πέπλο από τη θέα του αντικειμενικού κόσμου, ανανεώνει πάντα το είναι μας… Όταν ένας μεγάλος λαός παίρνει φόρα για να αλλάξει την κοινωνία και τις ιδέες, ο πιο πιστός αγγελιοφόρος και πιο πιστός σύντροφός του σ’ αυτό το έργο είναι η ποίηση… Οι ποιητές είναι φερέφωνα μιας ασύλληπτης πνοής, καθρέφτες των γιγαντιαίων σκιών που ρίχνει το μέλλον στο παρόν. Λέξεις που εκφράζουν αυτό που δεν καταλαβαίνουν οι ίδιοι. Σάλπιγγες που καλούν στη μάχη, που οι ίδιες δεν νιώθουν αυτό για το οποίο ενθαρρύνουν. Δύναμη που κινεί που όμως μένει ακίνητη η ίδια. Οι ποιητές είναι οι μη αναγνωρισμένοι νομοθέτες του κόσμου.»
Το 1820 ο ποιητής κι η πολυμελής οικογένειά του εγκαθίστανται στην Πίσσα, εδώ έρχεται ξανά σε στενότερη επαφή με τον Βύρωνα τον οποίο συνάντησε για πρώτη φορά το 1816, στην Ελβετία κι εδώ τον βρήκε η είδηση της ανακήρυξης της ελληνικής ανεξαρτησίας. Ο Σέλλεϋ έβλεπε σε κάθε κινητοποίηση στην πολιτική σκηνή έναν κρίκο στην αλυσίδα της προς πραγμάτωση παγκόσμιας ελευθερίας, γι’ αυτό χαιρέτησε με ενθουσιασμό το ξέσπασμα της ισπανικής επανάστασης (Ωδή στην ελευθερία) και στη συνέχεια την εξέγερση των ναπολιτάνων ενάντια στους Βουρβόνους (Ωδή στη Νάπολι). Η υπόθεση των ελλήνων ήταν όμως η σημαντικότερη γι’ αυτόν, στον ελληνισμό ο Σέλλεϋ έβλεπε το λαό που πραγμάτωσε τις κλασσικές μορφές της ελευθερίας και έγινε έτσι πρότυπο για τις μελλοντικές γενιές. «Είμαστε όλοι έλληνες. Οι νόμοι, η λογοτεχνία, η θρησκεία μας έχουν τις ρίζες τους στην Ελλάδα» – γράφει στον πρόλογο του δραματικού ποιήματος με τίτλο Ελλάς με το οποίο χαιρέτισε το ξέσπασμα της επανάστασης. Αν και το έργο του το έγραψε κατά το πρότυπο των Περσών του Αισχύλου, αυτό δεν διαδραματίζεται στην αρχαίο κόσμο, αλλά στη νέα εποχή. Όπως στους Πέρσες βλέπουμε από τη σκοπιά του εχθρού την καταστροφή του τρομακτικού στρατού του Ξέρξη, το ίδιο κι εδώ στην Ελλάς είναι ο Μεχμέτ, ο τύραννος μέσα απ’ τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τις επιτυχίες και τις ήττες του ηρωικού αγώνα των ελλήνων κι είναι αυτός που προσπαθεί να αναχαιτίσει τον ερχομό της ελευθερίας. Το έργο κλείνει με έναν πανέμορφο χορό όπου η Αθήνα, η Ακρόπολη προβάλλει στο φως του ηλίου που δύει και υψώνεται πάνω από τον ωκεανό του κόσμου.
Αρχίζει πάλι ο χρυσός αιών,
Του κόσμου η ακμή,
Πετάει σαν το δέρμα των φιδιών
Το ρούχο του χειμώνα η γη:
Χαμογελά ο ουρανός και λάμπουνε τα κράτη,
Σαν τα συντρίμμια ενός ονείρου που είναι απάτη.
……………………………………………………………………………
Μια νέα Αθήνα θα στηθεί
Για να κληροδοτεί
Σε κάθε επόμενη εποχή
Τη λάμψη απ’ την ακμή.
Και να αφήσει, αν δεν μπορεί αυτό να επιβιώσει,
Όσα μπορεί να πάρει η γη κι ο Ουρανός να δώσει [1].
Ενώ ο χορός της ελληνικής τραγωδίας αντιπροσώπευε την άποψη του ακροατηρίου, εδώ ο χορός τραγουδάει τους ύμνους ελευθερίας του ποιητή ως αίτημα και είναι συνάμα υποκειμενικό (σαν η φωνή του ποιητή) και αντικειμενικό (σαν η φωνή των απελευθερωμένων πληθών). Η Ελλάς – όπως και η Βασίλισσα Μαμπ, μόνο με πιο ολοκληρωμένη, καλλιτεχνική μορφή – συνοψίζει έχοντας πια αφομοιώσει και γνωρίσει τις ιδεατές συνδέσεις, καλώντας την απώτερη ουσία που είναι το ύψιστο γνώρισμα της ανώτερης δημιουργικής σκέψης.
Στην Πίζα έφτασε στον Σέλλεϋ η είδηση του θανάτου συντρόφου του ποιητή Keats το 1821. Αν και η σχέση τους ήταν επιφανειακή, ο Σέλλεϋ κατάλαβε την ατμόσφαιρα της τραγικής μοναξιάς μέσα στην οποία πέθανε ο Keats, κι αυτός ο βαθύς κλονισμός από την συνειδητοποίηση της ταυτότητας της μοίρας τους βρήκε έκφραση στο μεγαλόπρεπο μοιρολόι του με τίτλο Άδωνης.
Το πρότυπο ήταν κι εδώ ελληνικό, η ελεγεία του Βίωνα και του Μόσχου που δίνει έκφραση στον πόνο της Αφροδίτης στη φθινοπωρινή γιορτή του Άδωνη. Η αναπόληση των κλασσικών παραδόσεων κάνει κάπως άκαμπτο, επίσημο το πρώτο μέρος του έργου, η ιδιαίτερη σκέψη του Σέλλεϋ μόνο στο δεύτερο μέρος βρίσκει έκφραση, εκεί όμως με τόση πειστικότητα χάρη στην ανάδειξη της αιωνιότητας της ζωής που στο τέλος μόλις και απομένει κάτι από το πνεύμα της επίσημης νεκρικής τελετής. Ο Keats που εδώ εμφανίζεται ως μυθικό πρόσωπο σαν γιος της Ουρανίας, δεν πέθανε, απλά ξύπνησε από το όνειρο της ζωής, φτάνοντας στην αιώνια ομορφιά, το Ένα. Αυτή η Ύστατη Ενότητα αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της φιλοσοφίας του Σέλλεϋ, σ’ αυτήν κρύβεται η τελική λύση της φαινομενικής αντίθεσης των πραγμάτων, ζωής και θανάτου. Κάθε αλλαγή είναι μόνο επίφαση σύμφωνα με το μέτρο του Ενός. Το Ένα προβάλλεται πότε ως η σκιά της πνευματικής ομορφιάς στη γη, πότε ως η αναγκαιότητα που βασιλεύει στη φύση, που γονιμοποιεί τη ζωή με τη λάσπη του θανάτου και σημαίνει – όσο σκληρό και να ακούγεται – μόνο τον χαμό του ατόμου, αλλά όχι της ύπαρξης καθαυτής. Το αιώνιο Ένα δίνει σιγουριά σε όλους με τη λάμψη του:
Το Ένα απομένει, το πολλαπλό αλλάζει
Αιώνια λάμπει ο ουρανός, πετάει η σκιά
Η ζωή, σαν γυάλινος πολύχρωμος θόλος λεκιάζει
Τη λευκή ανταύγεια της αιωνιότητας, έως ότου
Ο θάνατος στο τέλος νικά.
Πρέπει να πεθάνεις για να πετύχεις ότι αναζητάς!
Ο Άδωνης ήταν το τελευταίο μεγάλο ποίημα του Σέλλεϋ. Ο θάνατος που άρπαξε τον Keats, ελλόχευε και δίπλα του. Το καλοκαίρι του 1822 μαζί με δύο φίλους του ανέβηκε σε ένα εύθραυστο ιστιοφόρο. Ξέσπασε μια ξαφνική καταιγίδα και μέχρι να ανοίξει ο ουρανός, το πλωτό είχε εξαφανιστεί από τον ορίζοντα. Το πτώμα του βρέθηκε μόνο πολύ αργότερα στη στεριά, δίπλα από την πυρά που κατάτρωγε το λείψανό του στεκόταν ο Βύρωνας. Τις στάχτες του – μαζί με την καρδιά του – τις έθαψαν στο κοιμητήριο των προτεσταντών στη Ρώμη.
Η ποίηση του Σέλλεϋ είναι απίστευτα πλούσια, σχεδόν ενοχλητικά πλούσια. Είναι ο γεννημένος ποιητής, η ενσάρκωση της ποίησης, αυτός που αντιδράει σε κάθε έκφανση της ζωής ποιητικά. Η υπεροχή της ποιητικής ευαισθησίας έφερε τόσο κοντά τον Σέλλεϋ στον κόσμο της μυθοπλασίας, στην ερμηνεία του μύθου ως αρχέγονης, δημιουργικής αρχής. Έτσι αποκτούνε στην ποίηση του Σέλλεϋ τόσο ουσιαστικό ρόλο τα στοιχεία της φύσης: η γη, το νερό, η φωτιά, ο αέρας, έτσι γεμίζει ο κόσμος του με το ανήσυχο σπινθηροβόλημα, την κίνηση, τη ροή που αντιπροσωπεύουν αυτά τα στοιχεία. Μ’ αυτό συνδέεται και ο χαρακτήρας των προσωποποιήσεων που κάνει: τα σύννεφα, ο άνεμος, ο κορυδαλλός είναι η προβολή της δύναμης της ζωής, της ενέργειάς της που εκδηλώνεται στην κίνησή της. Δεν αρνείται την υλικότητα της υλικής πραγματικότητας, αλλά αυτή φωτίζεται από το ωραίο, το πνεύμα, τη λάμψη του Ενός. Η ποίησή του είναι αντανάκλαση της μόνιμης έκστασης: η έκσταση του έρωτα ολοκληρώνεται στην έκσταση του Είναι, αυτή του Είναι σ’ αυτήν της επανάστασης. Είναι έφηβος, σαν να βρίσκεται στην αυγή του ίδιου του εαυτού και της ανθρωπότητας και ταυτόχρονα προφητικός, σαν κάποιος που ρίχνει το βλέμμα του πολύ μακριά σ’ αυτό το φως της αυγής. Η αλλαγή και οι μεταβολές αποτελούν το πιο ουσιαστικό γνώρισμα του Είναι στον Σέλλεϋ, ο θάνατος ισοδυναμεί με στασιμότητα τόσο με την πολιτική όσο και τη βιολογική έννοια. Επειδή ωστόσο η στασιμότητα μπορεί να είναι μόνο τεχνητή, ακριβώς γι’ αυτό – επειδή αντιφάσκει στο νόμο της φύσης – είναι καταδικασμένη να αφανιστεί, η ατελής υπόστασή της διαλύεται πάντα στην τελειότητα ως την ουσία της αιωνιότητας, ο θάνατος στη ζωή, η μοναξιά στη συλλογικότητα, η καταπίεση στην ελευθερία. Αυτός ο ποιητής που δοξάστηκε ή στιγματίστηκε ως αγγελικός, αιθέριος, που είναι γεμάτος μουσικότητα, φλόγα, αιωρείται, είναι ο πιο υλιστής, όχι μόνο με την έννοια πως μια από τις πηγές έμπνευσής του ήταν ο μηχανικός υλισμός του πεθερού του, Godwin, αλλά και ότι συνοψίζει σε ποίηση τα συγκεκριμένα επιτεύγματα της επιστήμης. Είναι ένας από τους πρώτους που συνειδητοποιούν ότι ο κόσμος που έχει απαλλαγεί από το μυστηριώδες της ποίησης είναι πολύ πιο ποιητικός από την ίδια την ποίηση.
Στα μοτίβα του έργου του υπάρχουν πολλά επαναλαμβανόμενα στοιχεία: το ξεκίνημα και οι αναζητήσεις του μοναχικού ανθρώπου, η ιδεατή ανακάλυψη της γυναίκας και η κατάκτησή της σαν αφαίρεση, σαν σύντροφο, σαν σύμβολο, η μόνιμη ανυπομονησία απέναντι στην κυριαρχία των βασιλιάδων και των παπάδων. Πίσω από όλα αυτά όμως βρίσκεται μια ενιαία κοσμοαντίληψη που ανάγει τις διάφορες εκφάνσεις των πραγμάτων σε ταυτόσημες αιτίες. Η πίστη του στην επανάσταση δεν τον εγκατέλειψε ποτέ, το πολύ πολύ τα αναρχικά στοιχεία του εξομαλύνθηκαν, ενισχύθηκε η αίσθηση του ρεαλισμού σ’ αυτόν. Η χαρά του αντηχεί πάντα το σύμπαν, ο κόσμος των αστέρων, των πλανητών, το γέλιο του προκαλεί σεισμό ή καταιγίδα, η μουσικότητα των στίχων του μιμείται το ρυθμό της οικουμένης.
Αυτή η μουσικότητα αποτελεί ένα από τα κυριότερα μορφικά γνωρίσματα της ποίησης του Σέλλεϋ, που παύει να είναι αυτοσκοπός χάρη στο ότι γίνεται η έκφραση της κοσμικής αρμονίας των ιδεών του. Η πληρότητα της αρμονίας, ως ψυχολογική, λογική και μετρική αρμονία είναι το κύριο γνώρισμα των ωραιότερων ποιημάτων του.
[1] Μετάφραση Ορφέα Απέργη – Εκδόσεις Gutenberg 2021